τοῦτο μέν, ἦν δ' ἐγώ, ὦ φίλε Κριτία, πόῤῥωθεν ὑμῖν τὸ καλὸν ὑπάρχει ἀπὸ τῆς Σόλωνος συγγενείας. ἀλλὰ τί οὐκ ἐπέδειξάς μοι τὸν νεανίαν καλέσας δεῦρο; οὐδὲ γὰρ ἄν που εἰ ἔτι ἐτύγχανε νεώτερος ὤν, αἰσχρὸν ἂν ἦν αὐτῷ διαλέγεσθαι ἡμῖν ἐναντίον γε σοῦ, ἐπιτρόπου τε ἅμα καὶ ἀνεψιοῦ ὄντος.
내가 말했다, 친애하는 크리티아스, 오래 전부터 이러한 아름다움이 그대들에게 솔론의 혈통에서부터 시작합니다. 허나 어째서 그 아름다운 소년을 여기로 나에게 보여주지 않소? 그가 마침 아직까지 더 어리지도 않으면서, 당신의 맞은편에서 우리에게 대화하는 것이 그에게 부끄러울 것도 아니라면, 당신은 후견인이자 사촌이기도 하니까요.
πόῤῥωθεν: LS.1533 Ⅱ. from long ago.
ἐπέδειξάς : ἐπιδείκνῡμι aorist. 2nd singular.
ἐτύγχανε : τυγχάνω aorist. 3rd singular.
ἀλλὰ καλῶς, ἔφη, λέγεις, καὶ καλοῦμεν αὐτόν. καὶ [155b] ἅμα πρὸς τὸν ἀκόλουθον, Παῖ, ἔφη, κάλει Χαρμίδην, εἰπὼν ὅτι βούλομαι αὐτὸν ἰατρῷ συστῆσαι περὶ τῆς ἀσθενείας ἧς πρῴην πρός με ἔλεγεν ὅτι ἀσθενοῖ. πρὸς οὖν ἐμὲ ὁ Κριτίας, Ἔναγχός τοι ἔφη βαρύνεσθαί τι τὴν κεφαλὴν ἕωθεν ἀνιστάμενος: ἀλλὰ τί σε κωλύει προσποιήσασθαι πρὸς αὐτὸν ἐπίστασθαί τι κεφαλῆς φάρμακον;
Ἔναγχός : recent
τοι : in truth
βαρύνεσθαί : βαρύνω depress.
ἕωθεν : from morn.
ἀνιστάμενος : 일어나면서
κωλύει : κωλύω. 3rd singular.
ἐπίστασθαί : ἐπίστᾰμαι middle infinitive. know how to do
οὐδέν, ἦν δ' ἐγώ: μόνον ἐλθέτω.
내가 말했다, 아무것도: 그저 그가 오도록.
ἐλθέτω : ἔρχομαι aorist imperative 3rd singular.
ἀλλ' ἥξει, ἔφη.
그가 말했다, 그는 올 것입니다.
ἥξει : future.
ὃ οὖν καὶ ἐγένετο. ἧκε γάρ, καὶ ἐποίησε γέλωτα [155c] πολύν: ἕκαστος γὰρ ἡμῶν τῶν καθημένων συγχωρῶν τὸν πλησίον ἐώθει σπουδῇ, ἵνα παρ' αὑτῷ καθέζοιτο, ἕως τῶν ἐπ' ἐσχάτῳ καθημένων τὸν μὲν ἀνεστήσαμεν, τὸν δὲ πλάγιον κατεβάλομεν. ὁ δ' ἐλθὼν μεταξὺ ἐμοῦ τε καὶ τοῦ Κριτίου ἐκαθέζετο. ἐνταῦθα μέντοι, ὦ φίλε, ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν, καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο, ἣν εἶχον ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ διαλεξόμενος: ἐπειδὴ δέ, φράσαντος τοῦ Κριτίου ὅτι ἐγὼ εἴην ὁ τὸ φάρμακον ἐπιστάμενος, ἐνέβλεψέν τέ μοι [155d] τοῖς ὀφθαλμοῖς ἀμήχανόν τι οἷον καὶ ἀνήγετο ὡς ἐρωτήσων, καὶ οἱ ἐν τῇ παλαίστρᾳ ἅπαντες περιέῤῥεον ἡμᾶς κύκλῳ κομιδῇ, τότε δή, ὦ γεννάδα, εἶδόν τε τὰ ἐντὸς τοῦ ἱματίου καὶ ἐφλεγόμην καὶ οὐκέτ' ἐν ἐμαυτοῦ ἦν καὶ ἐνόμισα σοφώτατον εἶναι τὸν Κυδίαν τὰ ἐρωτικά, ὃς εἶπεν ἐπὶ καλοῦ λέγων παιδός, ἄλλῳ ὑποτιθέμενος, εὐλαβεῖσθαι μὴ κατέναντα λέοντος νεβρὸν ἐλθόντα μοῖραν αἱρεῖσθαι [155e] κρεῶν: αὐτὸς γάρ μοι ἐδόκουν ὑπὸ τοῦ τοιούτου θρέμματος ἑαλωκέναι. ὅμως δὲ αὐτοῦ ἐρωτήσαντος εἰ ἐπισταίμην τὸ τῆς κεφαλῆς φάρμακον, μόγις πως ἀπεκρινάμην ὅτι ἐπισταίμην.
그리고 그가 왔다. 그는 와서, 많은 웃음을 지었다: 왜냐하면 앉아있던 우리들 각자가 서로 곁을 열심으로 밀치고 있었고, 다른 한편 힘으로 자신의 곁에 앉히고자 했다, 앉아 있던 이들 중의 끄트머리에서 한 사람을 일으키고, 다른 한 사람을 옆으로 떨어뜨릴 때까지. 그가 나와 크리톤 곁으로 와서 앉았다. 바로 그 때 물론, 친애하는 이여, 나 자신은 즉각 어찌할 줄을 몰랐고, 나의 앞서의 넘치던 자신감은 끝장났다, 내가 얼마나 쉽사리 그에게 이야기를 할 것인지에 대한 자신감을 지녔던: 그런데 그 다음에, 크리티아스가 내가 약을 알고 있는 사람일 것이라고 말했고, 그가 무어라 형언할 수 없는 눈으로 나를 바라보았고 물어 보고자 준비하는데, 레슬링 학원 안의 대부분의 사람들이 우리를 원형으로 완전히 둘러쌌고, 바로 그 때, 고결한 자여, 나는 바로 히마티온 속을 보았고 상기되었고 생각했네 사랑의 일들에 있어서 퀴디아스는 가장 현명하다고, 그가 아름다운 소년에 대해서 말하면서 다른 이에게 제안하여 말하기를, 사자 앞에 온 사슴은 살점을 잡히지 않는 것을 주의한다고 말했던: 왜냐하면 나에게는 나 자신이 바로 이러한 짐승 밑에 사로잡힌 것으로 생각되기 때문이다. 그런데 그럼에도 불구하고 바로 그가 머리의 약을 혹시 아는지에 대해 물었고, 간신히 어떤 식으로 내가 알 것이라고 답했다.
καθημένων : κάθημαι. participle. sit still.
συγχωρῶν : συγχωρέω participle. together
πλησίον : near.
ἐώθει : ὠθέω imperfect. push.
σπουδῇ : be eager
ἵνα : 힘
καθέζοιτο : καθέζομαι passive optative singular 3rd.
ἕως : until.
ἐσχάτῳ : farthest
ἀνεστήσαμεν : ἀνίστημι aorist 1st plural. rise up.
πλάγιον : placed
κατεβάλομεν : καταβάλλω aorist 1st plural. thrown.
ἤδη : forthwith
ἠπόρουν : ἀπορέω.
θρασύτης : over-boldness.b. metaph., cut off, make an end of,
φράσαντος : φράζω aorist participle genitive. declare, point out.
φράσαντος τοῦ Κριτίου : absolute construction.
ἐνέβλεψέν : ἐμβλέπω look at.
ὀφθαλμοῖς : to eyes.
ἀμήχανόν τι οἷον : it is impossible to say. LS.82
ἀνήγετο : ἀνάγω imperfect middle singular 3rd. LS.102.B. prepare oneself
περιέῤῥεον : περιρρέω imperfect plural 3rd. 둘러싸다
ἐφλεγόμην : φλέγω imperfect middle&passive.
ἐν ἐμαυτοῦ ~ εἶναι : to be master of oneself
ὑποτιθέμενος : ὑποτίθημι present middle participle nominative. propose.
εὐλαβεῖσθαι : εὐλάβέομαι present middle infinitive. take care.
αἱρεῖσθαι : αἱρέω present middle infinitive, catch. overtake.
κρεῶν : body, flesh.
ἐδόκουν : δοκέω imperfect 1st singular.
ἑαλωκέναι : ἁλίσκομαι. 사로잡히다.
ἐρωτήσαντος : ἐρωτάω. ask.
ἐπισταίμην : ἐπίσταμαι middle&passive optative singular 3rd. know.
μόγις : LS.1140. hardly.
ἀπεκρινάμην : ἀποκρίνω. aorist meddle 1st singular. LS.204. Ⅳ. reply.
τί οὖν, ἦ δ' ὅς, ἐστίν;
그가 말했다, 그게 무엇인가요?
καὶ ἐγὼ εἶπον ὅτι αὐτὸ μὲν εἴη φύλλον τι, ἐπῳδὴ δέ τις ἐπὶ τῷ φαρμάκῳ εἴη, ἣν εἰ μέν τις ἐπᾴδοι ἅμα καὶ χρῷτο αὐτῷ, παντάπασιν ὑγιᾶ ποιοῖ τὸ φάρμακον: ἄνευ δὲ τῆς ἐπῳδῆς οὐδὲν ὄφελος εἴη τοῦ φύλλου.
그리고 내가 말하기를 바로 그것은 어떤 식물인데, 다른 한편으로는 약에 대한 어떤 주문이고, 만일 누군가 주문을 외운다면 곧장 그에게 쓰일 것이고, 전적으로 건강에 있어서 어떤 식으로든 약이다: 그런데 주문 없이는 아무런 쓸모도 없는 이파리일 것라고.
παντάπασιν : wholly.
ποιοῖ : how.
ὄφελος : advantage, help.
[156a] καὶ ὅς, Ἀπογράψομαι τοίνυν, ἔφη, παρὰ σοῦ τὴν ἐπῳδήν.
그가 말했다, 그러니 적을 것입니다 당신 곁에서 그 주문을.
Ἀπογράψομαι : ἀπογρᾰφω. 명심하다. meddle.
πότερον, ἦν δ' ἐγώ, ἐάν με πείθῃς ἢ κἂν μή;
내가 말했다, 그대가 나를 설득하든, 아니든?
γελάσας οὖν, ἐάν σε πείθω, ἔφη, ὦ Σώκρατες.
그러더니 웃으면서 그가 말했다, 제가 당신을 설득하기를, 소크라테스.
εἶεν, ἦν δ' ἐγώ: καὶ τοὔνομά μου σὺ ἀκριβοῖς;
내가 말했다, 그렇게 될 것이다: 그리고 나의 이름을 너는 확신하는가?
ἀκριβοῖς : ἀκρῑβόω LS.55.2. are you sure of … ?
εἰ μὴ ἀδικῶ γε, ἔφη: οὐ γάρ τι σοῦ ὀλίγος λόγος ἐστὶν ἐν τοῖς ἡμετέροις ἡλικιώταις, μέμνημαι δὲ ἔγωγε καὶ παῖς ὢν Κριτίᾳ τῷδε συνόντα σε.
그가 말했다, 제가 틀리지 않다면요: 왜냐하면 우리 또래들 안에서 당신에 대한 말이 적지 않기 때문이다, 나로서는 또한 소년이었고 그 때 크리티아스와 함께 있는 당신을 기억한다.
ἀδικῶ : ἀδῐκέω LS.23. b. if I am not mistaken.
μέμνημαι : μιμνήσκω. LS.1134. B.3. ~하는 것을 기억한다.
καλῶς γε σύ, ἦν δ' ἐγώ, ποιῶν: μᾶλλον γάρ σοι παῤῥησιάσομαι [156b] περὶ τῆς ἐπῳδῆς οἵα τυγχάνει οὖσα: ἄρτι δ' ἠπόρουν τίνι τρόπῳ σοι ἐνδειξαίμην τὴν δύναμιν αὐτῆς. ἔστι γάρ, ὦ Χαρμίδη, τοιαύτη οἵα μὴ δύνασθαι τὴν κεφαλὴν μόνον ὑγιᾶ ποιεῖν, ἀλλ' ὥσπερ ἴσως ἤδη καὶ σὺ ἀκήκοας τῶν ἀγαθῶν ἰατρῶν, ἐπειδάν τις αὐτοῖς προσέλθῃ τοὺς ὀφθαλμοὺς ἀλγῶν, λέγουσί που ὅτι οὐχ οἷόν τε αὐτοὺς μόνους ἐπιχειρεῖν τοὺς ὀφθαλμοὺς ἰᾶσθαι, ἀλλ' ἀναγκαῖον εἴη ἅμα καὶ τὴν κεφαλὴν θεραπεύειν, εἰ μέλλοι [156c] καὶ τὰ τῶν ὀμμάτων εὖ ἔχειν: καὶ αὖ τὸ τὴν κεφαλὴν οἴεσθαι ἄν ποτε θεραπεῦσαι αὐτὴν ἐφ' ἑαυτῆς ἄνευ ὅλου τοῦ σώματος πολλὴν ἄνοιαν εἶναι. ἐκ δὴ τούτου τοῦ λόγου διαίταις ἐπὶ πᾶν τὸ σῶμα τρεπόμενοι μετὰ τοῦ ὅλου τὸ μέρος ἐπιχειροῦσιν θεραπεύειν τε καὶ ἰᾶσθαι: ἢ οὐκ ᾔσθησαι ὅτι ταῦτα οὕτως λέγουσίν τε καὶ ἔχει;
내가 말했다, 바로 네가 잘 한 것이다: 왜냐하면 너에게 내가 주문에 대해서 그것이 어떠한 것인지 더 많은 것을 자유롭게 말할 것이니까: 정확히 어떤 방식으로 너에게 그 주문의 힘을 보여줄지 어찌할 줄 몰랐지. 카르미데스여, 이와 같은 주문은 머리만을 건강하게 하는 그런 식의 것이 아니라, 바로 네가 실제로 훌륭한 의사들에게서 들었던 것과 마찬가지로, 누군가 바로 그들에게 눈이 아파서 갈 때라면 언제라도, 그들은 아마 말한다 오로지 바로 그 눈만을 치료하고자 시도하는 그런 식이 아니고, 오히려 동시에 머리를 치유하는 것이 필요할 것이라고, 만일 눈에 속하는 것들을 낫게 하고 싶다면: 그리고 또 머리를 생각함에 있어서 그것을 치료할 때 대해 몸 전체에 대해서가 아니라 그것 자체에 대해서 치료할 것은 상당히 정신나간 것이다. 이와 같은 말들로부터 삶의 방식에 있어서 몸 전부를 향해 있는 이들이 전체와 더불어 부분을 보살피고 치료하고자 시도한다. 혹시 이와 같은 것들을 그들이 그렇게 말하고 또한 행한다는 것을 깨닫지 못했나?
ἐνδειξαίμην : ἐνδείκνῡμι 1st-aorist optative middle singular 1st. show.
ἀκήκοας : ἀκούω. perfect singular 2nd.
ᾔσθησαι : αἰσθάνομαι. perceive.
πάνυ γε, ἔφη.
그가 말했다, 물론이죠.
οὐκοῦν καλῶς σοι δοκεῖ λέγεσθαι καὶ ἀποδέχῃ τὸν λόγον;
너에게는 잘 이야기된 것으로 보이고 그 말을 받아들이겠니?
πάντων μάλιστα, ἔφη.
그가 말했다, 모든 것보다도 더욱 더.
[156d] κἀγὼ ἀκούσας αὐτοῦ ἐπαινέσαντος ἀνεθάῤῥησά τε, καί μοι κατὰ σμικρὸν πάλιν ἡ θρασύτης συνηγείρετο, καὶ ἀνεζωπυρούμην. καὶ εἶπον: τοιοῦτον τοίνυν ἐστίν, ὦ Χαρμίδη, καὶ τὸ ταύτης τῆς ἐπῳδῆς. ἔμαθον δ' αὐτὴν ἐγὼ ἐκεῖ ἐπὶ στρατιᾶς παρά τινος τῶν Θρᾳκῶν τῶν Ζαλμόξιδος ἰατρῶν, οἳ λέγονται καὶ ἀπαθανατίζειν. ἔλεγεν δὲ ὁ Θρᾲξ οὗτος ὅτι ταῦτα μὲν [ἰατροὶ] οἱ Ἕλληνες, ἃ νυνδὴ ἐγὼ ἔλεγον, καλῶς λέγοιεν: ἀλλὰ Ζάλμοξις, ἔφη, λέγει ὁ ἡμέτερος βασιλεύς, θεὸς ὤν, [156e] ὅτι ὥσπερ ὀφθαλμοὺς ἄνευ κεφαλῆς οὐ δεῖ ἐπιχειρεῖν ἰᾶσθαι οὐδὲ κεφαλὴν ἄνευ σώματος, οὕτως οὐδὲ σῶμα ἄνευ ψυχῆς, ἀλλὰ τοῦτο καὶ αἴτιον εἴη τοῦ διαφεύγειν τοὺς παρὰ τοῖς Ἕλλησιν ἰατροὺς τὰ πολλὰ νοσήματα, ὅτι τοῦ ὅλου ἀμελοῖεν οὗ δέοι τὴν ἐπιμέλειαν ποιεῖσθαι, οὗ μὴ καλῶς ἔχοντος ἀδύνατον εἴη τὸ μέρος εὖ ἔχειν. πάντα γὰρ ἔφη ἐκ τῆς ψυχῆς ὡρμῆσθαι καὶ τὰ κακὰ καὶ τὰ ἀγαθὰ τῷ σώματι καὶ παντὶ τῷ ἀνθρώπῳ, καὶ ἐκεῖθεν ἐπιῤῥεῖν ὥσπερ ἐκ τῆς κεφαλῆς ἐπὶ [157a] τὰ ὄμματα: δεῖν οὖν ἐκεῖνο καὶ πρῶτον καὶ μάλιστα θεραπεύειν, εἰ μέλλει καὶ τὰ τῆς κεφαλῆς καὶ τὰ τοῦ ἄλλου σώματος καλῶς ἔχειν. θεραπεύεσθαι δὲ τὴν ψυχὴν ἔφη, ὦ μακάριε, ἐπῳδαῖς τισιν, τὰς δ' ἐπῳδὰς ταύτας τοὺς λόγους εἶναι τοὺς καλούς: ἐκ δὲ τῶν τοιούτων λόγων ἐν ταῖς ψυχαῖς σωφροσύνην ἐγγίγνεσθαι, ἧς ἐγγενομένης καὶ παρούσης ῥᾴδιον ἤδη εἶναι τὴν ὑγίειαν καὶ τῇ κεφαλῇ καὶ τῷ ἄλλῳ [157b] σώματι πορίζειν. διδάσκων οὖν με τό τε φάρμακον καὶ τὰς ἐπῳδάς, “ὅπως,” ἔφη, “τῷ φαρμάκῳ τούτῳ μηδείς σε πείσει τὴν αὑτοῦ κεφαλὴν θεραπεύειν, ὃς ἂν μὴ τὴν ψυχὴν πρῶτον παράσχῃ τῇ ἐπῳδῇ ὑπὸ σοῦ θεραπευθῆναι.
-작성중-